μυξομύκητες

μυξομύκητες
οι (μυκητ.) άλλη ονομασία για τα μυκητόζωα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. myxomycete (< μύξα + μύκητας). Η λ., στον λόγιο τ. μυξομύκης, μαρτυρείται από το 1881 στον Ηρ. Μητσόπουλο].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • μυξομύκητες ή μυξόφυτα — Άθροισμα ή κλάση απλούστατων φυτικών οργανισμών, που το φυτικό τους σώμα αποτελείται από μια πρωτοπλασματική (πλασμώδιο) πολυπύρηνη και αμέμβρανη μάζα· συναντιούνται συχνότατα στα δάση, πάνω στους κορμούς των δέντρων, στα σαπισμένα φύλλα ή πάνω… …   Dictionary of Greek

  • θαλλός — Βλαστικό σώμα πολυάριθμων κατωτέρων φυτικών οργανισμών (φύκη, μύκητες, λειχήνες). Ονομάζονται θαλλόφυτα, σε αντίθεση με τα κορμόφυτα, στα οποία διακρίνονται σαφώς διαφοροποιημένες οι ρίζες, ο βλαστός και τα φύλλα. Η διάκριση, αν και φαίνεται… …   Dictionary of Greek

  • κρυπτόγαμα — Όρος που αποδίδεται σε φυτά που αναπαράγονται με σπόρια και όχι με σπέρματα. Ο όρος εμφανίστηκε κατά τον 19ο αι., για να χαρακτηρίσει φυτά των οποίων τα όργανα αναπαραγωγής δεν ήταν εμφανή, σε αντίθεση με τα φυτά που παράγουν σπέρματα, όπου η… …   Dictionary of Greek

  • μυκητόζωα — τα ζωολ. πρώτιστα αμφίβολης συστηματικής θέσης, τα οποία εμφανίζονται υπό μορφή κυτταροπλασματικών μαζών και τα οποία κινούνται με ψευδοπόδια και αναπαράγονται με διαίρεση και με σποριάγγεια, αλλ. μυξομύκητες. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ.… …   Dictionary of Greek

  • πλανοκύτταρο — το, Ν (μυκητ.) (στους μυξομύκητες) αμοιβαδοειδές κύτταρο, τύπος ζωοσπορίου που κινείται με τη βοήθεια μαστιγίων και χωρίς κυτταρικό τοίχωμα, το οποίο παράγεται από τη βλάστηση ενός σπορίου. [ΕΤΥΜΟΛ. Απόδοση τού αγγλ. swarn cell < πλανώμαι +… …   Dictionary of Greek

  • υποθαλλός — ο, Ν (μυκητ.) 1. λεπτό σαν ζελατίνα στρώμα, υπόλειμμα τού πλασμωδίου, από το οποίο εκφύονται τα σποριάγγεια σε ορισμένους μυξομύκητες 2. η πρώτη μάζα μυκηλλιακών υφών που σχηματίζεται κατά την ανάπτυξη τού θαλλού ενός λειχήνα και η οποία συχνά… …   Dictionary of Greek

  • μύκητες — Μεγάλη και σπουδαία υποδιαίρεση του φυτικού βασιλείου, η οποία απαρτίζεται από θαλλόφυτα, δηλαδή από μάλλον απλής δομής φυτικούς οργανισμούς που στερούνται πραγματικών ριζών, βλαστού και φύλλων. Οι μ. αποτελούνται από συνενωμένες υφές… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”